People - Πρόσωπα

Oικογένεια Παπαδοπουλαίων 
(Μέτοικοι πρόσφυγες στο Μεσημέρι Θεσσαλονίκης)




Με ρίγη και συγκίνηση αλλά και περηφάνια για την ένδοξη καταγωγή των προγόνων μου  θα προσπαθήσω να γνωρίσει ο αναγνώστης ένα συναρπαστικό κομμάτι της ιστορίας 2.850 χρόνων ενός περήφανου τμήματος του Ελληνισμού, που παρέμεινε ζωντανό και δημιουργικό παρά τις ιδιαίτερα αρνητικές συνθήκες που συνεπάγονταν η απομόνωσή του στις μακρινές και απόκρημνες βορειοανατολικές ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Θα υπάρξει μία εκτενής αναφορά που θα περιγράφει την ιστορία της οικογένειάς μου και τη διαδρομή της από τις παραλιακές περιοχές της Τραπεζούντας (1461– 1660 μ.χ), στην ενδοχώρα, στα μεταλλεία της Αργυρούπολης νοτίως της Τραπεζούντας (1660-1880), από εκεί στα Κοτύωρα (1880-1882) και τέλος στα μαρτυρικά χωριά  του Karasu Adapazari στα παράλια της Μαύρης Θάλασσας ανατολικά του Σαγγάριου ποταμού.

Πρόκειται για τη μοναδική ίσως οικογένεια στα παγκόσμια χρονικά, που έχει να αναδείξει 52 συνεχόμενες γενεές Ιερέων στον Πόντο. Αν αναλογιστούμε ότι με το Χριστό μας χωρίζουν μόνο 85 γενεές, ο αναγνώστης διακρίνει τη σπουδαιότητα της εν λόγω καταγραφής  και αφήγησης. 
Η ιστορία των Παπαδοπουλαίων ή Παπαζογλάντ ή Παπαδάντ, (ανιόντες συγγενείς πρόγονοι από την πλευρά της μητέρας μου), αλλά και των Αμανατάντ ή Αμανατιδέων (από την πλευρά του πατέρα μου που ακολουθούσαν τις μετοικεσίες στον Πόντο), αποτελούν το πιο κλασσικό παράδειγμα των δεινών που υπέστησαν οι Έλληνες του Πόντου μετά την πτώση της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας του τελευταίου προπύργιου του Ελληνισμού στον κόσμο.
Είναι από τις οικογένειες που προσπαθούσαν να αποφύγουν το βίαιο εξισλαμισμό με τις συνεχείς μετοικεσίες από τόπο σε τόπο. Η συμβολή στα γράμματα των Ιερέων προγόνων μου, συναντώνται σε πάμπολλες βιβλιογραφικές πηγές.


Η πτώση της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας το 1461 μ.χ  βρίσκει τους προγόνους μου κυνηγημένους από την Οθωμανική βαρβαρότητα. Κατά το διωγμό του 1647 και τη φυγή τον Ορθόδοξων Ελλήνων απόγονος του Μανουήλ υιού του Κόρωνος Ξένου ανέλαβε την καθοδήγηση των οικογενειών στα δύσβατα και δασώδη όρη νοτίως της Τραπεζούντας για αναζήτηση ασύλου. Μετά από πολυήμερη πορεία στα όρη Ζύγανα (όπου οι μύρριοι του Ξενοφώντα  αναφώνησαν το γνωστό Θάλαττα θάλαττα), περιπλανήθηκαν μαζί με τα ζώα τους κουβαλώντας τρόφιμα και σπόρους. Μετά από δεινά και στερήσεις φτάσαν στην κορυφή του χωριού που ονομάστηκε Κορόνιξα. Στα στρατηγικά αυτά υψώματα (50 χλμ. δυτικά της Αργυρούπολης), διεξάγονταν πολεμικές επιχειρήσεις μεταξύ των Τουρκομάνων και των Κομνηνών, όπου χύθηκε πολύ αίμα κατά τις παραδόσεις και αποτέλεσαν ενιαίο ρου του ποταμού. Οι Τουρκομάνοι το ονόμασαν Καν-Κανα (αίμα εις αίμα). Ήταν το οχυρό των Ρώσων 1916-1917 κατά τη Ρώσικη κατάληψη. Εκεί έγινε και η οπισθοχώρηση των Ρώσικων στρατευμάτων. 
Η Κορόνιξα αποτέλεσε σπουδαίο κέντρο Ελλήνων και κατά την εποχή των Βυζαντινών και κατά την εποχή του Μ.Αλεξάνδρου. Το χωριό ερημώθηκε το 13ο αιώνα και επανιδρύθηκε το 1647.
Το 1730 αποτελούνταν από 700-800 οικογένειες που ασχολιόντουσαν με τα μεταλλεία. Βρέθηκε Βυζαντινός ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου και κάστρο του Αγίου Θεοδώρου. Οι πρόγονοί μου θεώρησαν ότι η επιλογή ήταν θεόσταλτη, διότι 7 φορές ερημώθηκε και 7 φορές ανοικοδομήθηκε το χωριό αυτό.
Μετά την Αργυρούπολη αποτελεί τη δεύτερη τοποθεσία όπου ανέδειξε πλήθος λογίων που βοήθησαν τη μόρφωση και προαγωγή ολόκληρης της επαρχίας. Η Κορόνιξα (Kurukse ή Gemlu Koyu) υπέκρυπτε στα πλουσιώτατα μεταλλεύματα χαλκού, αργύρου και μαγγανίου η εκμετάλλευση των οποίων από το 1675 μ.χ μέχρι και 19ο αιώνα βοήθησε τη λαμπρότατη ακμή του χωρίου αυτού. Ειδικό Φιρμάνι εκδόθηκε για την εκμετάλλευση του αμύθητου θησαυρού.  Κατέστη δε καταφύγιο ασφαλές για τους κατατρεγμένους Έλληνες του Πόντου οι οποίοι βρίσκαν προστασία από τους Αρχιμεταλλουργούς προγόνους μου.
Οι καταγραφές προέρχοντα από χειρόγραφα του παππού Θεόδωρου Παπανικόλα ή Μανουηλίδη , περισωθέντα δι’ αντιγραφής από τον Χατζή Παπά Χρύσανθο Συμεωνίδη ο οποίος κράτησε αυτές τις ιστορικές σημειώσεις.

 Οι Σουλτάνοι επεδύκνυαν το δέοντα σεβασμό στους Αρχιμεταλλουργούς οι οποίοι τύγχαναν της εκτίμησής τους.

 Βρισκόμαστε στο 18ο πλέον αιώνα και αφηγούμαστε την  ιστορία των Παπαδοπουλαίων ή Παπαζογλάντ ή Παπαδάντ ή Κοροξενάντ, (ανιόντες συγγενείς πρόγονοι από την πλευρά της μητέρας μου), που αποτελούν τις πολυπληθέστερες οικογένειες στον Πόντο.  Έκαστος  πρωτότοκος γιός γινόταν ιερέας για 52 συνεχόμενες γενεές .  Για να αποφύγουν το βίαιο εξισλαμισμό εργάστηκαν ως μεταλλωρύχοι, στα μεταλλεία της Κορόνιξας Αργυρούπολης έχοντας την «εύνοια» του Σουλτάνου. Με το κλείσιμο των μεταλλείων ( 1760 μ.χ), 85 οικογένειες μετοικούν στην παραλιακή πόλη Φάτσα (αρχαία Φαδισάνη). Το μέρος ήταν πεδινό αλλά το καλλιεργούσαν Μπέηδες. Αναγκάστηκαν πάλι να ανέβουν στα δύσβατα βουνά, να εκχερσώσουν γη για την εγκατάστασή τους. Η γεωργία άγονη, επιδόθηκαν στην κτηνοτροφία. Οι έμποροι φοβόντουσαν να αγοράσουν τα αγροτοκτηνοτροφικά προιόντα τους για το φόβο των Τούρκων . 
Ανακάλυψαν την καλλιέργεια ήμερης Κάνναβης (στα τουρκικά Κεντήρ) από όπου παρήγαγαν σχοινιά, παλαμάρια πλοίων, καλάθια, πατάκια, χειροτεχνήματα κ.λ.π. Παρήγαγαν τόνους βελτιωμένης κάνναβης με τη λίπανση των χωραφιών που πουλούσαν στο λιμάνι της Φάτσας και πέτυχαν πάλι την οικονομική ευρωστία τους.  Επειδή κάθε οικογένεια είχε 10-15 παιδιά οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις ήταν ανεπαρκείς γι’ αυτό σκέφτηκαν να νοικιάσουν χωράφια από τους Μπέηδες. Το πέτυχαν με τη συμφωνία με το τέλος της παραγωγής, να βοσκούν τα κοπάδια των Μπέηδων ελεύθερα στα χωράφια αυτά (στα Τουρκικά «σαλμάν»).  Εκτός από την Κάνναβη καλλιεργούσαν καλαμπόκια (στα ποντιακά «λαζούδια», ζαρζαβατικά, πεπόνια, καρπούζια, ξυλάγγουρα, κολοκύθια, ντομάτες, φασόλια, κ.λ.π. Η διατροφή τους ήταν πλουσιοπάροχη, μέχρι που ξεκίνησε η πέτρα του σκανδάλου, και να πως:
Mόλις οι Χριστιανοί θερίζαν τα καλαμπόκια, οι βουκόλοι των Μπέηδων βάζαν τα ζώα τους μέσα στα χωράφια καταστρέφοντας και την υπόλοιπη παραγωγή των ζαρζαβατικών. Οι Έλληνες κατάπιναν την πίκρα τους και από το φόβο των εκτελέσεων δεν τολμούσαν να μιλήσουν.  Ήρθε η ώρα που από τη γενιά των ατρόμητων Ταχτσογλαίων ο Χατζή Γιώργης Ταχτσόγλου, γιατρός στο επάγγελμα, έδωσε εντολή στα 5 αδέλφια του και στον Χατζή Παπαγιάννη Ταχτσόγλου (τον προπάππο του παππού μου Ιωάννη Παπαδόπουλο) να αντισταθούν. Όταν  οι 8 βοσκοί των Μπέηδων οδήγησαν τα κοπάδια τους στα αλωνισμένα χωράφια, οι πρόγονοί μου διαμαρτυρήθηκαν και οι βοσκοί βασιζόμενοι ότι ήταν περισσότεροι στον αριθμό, τους είπαν ότι η ενοικίαση ισχύει για παραγωγή καλαμποκιού και όχι ζαρζαβατικών. Με τα πολλά δεν άργησε η συμπλοκή επειδή ανάψανε τα αίματα και οι ψυχωμένοι Ταχτσογλάντ, παλληκάρια έδειραν τους βουκόλους, μέχρι θανάτου. Ο παππούς μου διηγήθηκε ότι «εποίκαν ατς πόστ ασό ξύλον», τους λιάνισαν τα κόκκαλα.  Με φορεία τους μετέφεραν μισοπεθαμένους από τους αγρούς. Αυτό συνέβη το φθινόπωρο του 1859. Οι Μπέηδες κατήγγειλαν το περιστατικό και απόσπασμα Τζανταρμάδων κυνηγούσε τα αδέρφια των Ταχτσογλαίων, οι οποίοι κρύφτηκαν στα δάση.  Ο Δικαστής (τουρκικά «Κατής») έκρινε ως ηθικό αυτουργό το μεγαλύτερο αδελφό Χατζή- Γιώργη   Ταχτσόγλου, ο οποίος συνελήφθη το Πάσχα του 1860 και με άλλους 5 υπόδικους θα οδηγούνταν στις φυλακές της Αμισού όπου θα καταδικάζονταν πολλά χρόνια φυλακή. 
Τους Χριστιανούς κατάδικους τους έδενα με 12 οκάδες αλυσίδα, ένα βαρίδι και μεγάλες κλειδαριές (τουρκικά «λαλέ»). 



Γεννήθηκε στην Κορόνιξα Αργυρούπολης στον Πόντο το 1829 και πέθανε στο Μεσημέρι Θεσσαλονίκης το 1927 σε ηλικία 98 ετών έχοντας ζήσει αρκετούς ξεριζωμούς! Ευλόγησε να είναι ο 52ος συνεχόμενων γενεών πρωτότοκος γιός που χειροτονήθηκε παπάς από το ξακουστό σόϊ των Παπαδοπουλαίων της Αργυρούπολης, γιός του Χατζή Παπαγιάννη Παπαδόπουλου. 








Για την καταγραφή, συλλογή, επεξεργασία μελέτη  αξιοποίηση και διάδοση των κοινωνικοεθνοπολιτιστικών στοιχείων που χαρακτηρίζουν τους απανταχού ΑΤΑΠΑΖΑΡΛΗΔΕΣ 








Ο πατέρας του καπετάν Βαγγέλη αντιστάθηκε στην ατίμωση της κόρης του και οι Τούρκοι τον σκότωσαν κι αυτόν κι έναν γιο του. Ο καπετάν Βαγγέλης απουσίαζε εκείνες τις ημέρες. ΄Οταν επέστρεψε και πληροφορήθηκε τα καθέκαστα βγήκε αντάρτης στα βουνά, μάζεψε κι άλλα παλληκάρια κι έγιναν ο φόβος και ο τρόμος των Τσετών που δρούσαν στην περιοχή.Κατά την ηρωϊκή έξοδο από τη Νικομήδεια οδήγησε 10000 γυναικόπαιδα στη μητέρα πατρίδα που αποδείχτηκε μητριά και πρώτα απ όλα στον ίδιο .Κατά την ηρωϊκή έξοδο από τη Νικομήδεια οδήγησε 10000 γυναικόπαιδα στη μητέρα πατρίδα που αποδείχτηκε μητριά και πρώτα απ όλα στον ίδιο .Τα κατορθώματά του ήταν πάρα πολλά. Κάτοικοι χωριών που σώθηκαν με την υποστήριξη του Καπετάν Βαγγέλη αναφέρουν: ‘’Ο Καπετάν Βαγγέλης πολέμησε αδίστακτα, ηρωικά τους Τούρκους τσέτες, τζανταρμάδες και στρατιώτες ως τη μέρα του ξεριζωμού μας. Μετά τη δολοφονία των παλικαριών, το κάψιμο των χωριών και τον αποδιωγμό μας στα βουνά, κατάφερε να συγκεντρώσει όλους τους κρυμμένους Έλληνες και προστατεύοντας μας με το σώμα επιλέκτων πολεμιστών του να μας περάσει από τον ποταμό Σαγγάριο και μετά από πορεία πέντε μερόνυχτων να μας οδηγήσει σώους στη Νικομήδεια, όπου υπήρχαν τμήματα του ελληνικού στρατού, όπου και μας παρέδωσε.’’ ‘’…ο Καπετάν Βαγγέλης καβάλα στο άλογο του με το μαστίγιο στο χέρι και τη σάλπιγγα στο στόμα, με τους οπλίτες του σε αυστηρή πειθαρχία, μας επέβαλε τάξη και πιστή υπακοή. Έτσι στις 16 Αυγούστου 1920 περάσαμε το Σαγγάριο ποταμό. Σ’ όλη τη διαδρομή ήσαν 200 οπλίτες εμπροσθοφυλακή,200 οπισθοφυλακή και ανάλογες πλαγιοφυλακές. Μόλις περάσαμε το ποτάμι έγινε μια μικρή αναστάτωση γιατί εκπυρσοκρότησε κατά λάθος κάποιο όπλο. Μόλις εξακριβώθηκε το λάθος συνεχίσαμε με τάξη και φτάσαμε στο χωριό Φουντουκλή. Εκεί καταλύσαμε το βράδυ της 17ης Αυγούστου. Την επόμενη μόλις ετοιμαστήκαμε φάνηκαν καμιά εικοσαριά Τούρκοι ιππείς προς παρενόχληση μας. Νόμιζαν πως ήμασταν άοπλοι. Ο Καπετάν Βαγγέλης διέταξε ακροβολισμό όλων των οπλιτών, που περικύκλωσαν τους ιππείς, τους συνέλαβαν όλους και τους αφόπλισαν. Την ίδια μέρα φτάσαμε έξω από τη Νικομήδεια και εκεί ο Καπετάν Βαγγέλης παρέδωσε τους αιχμαλώτους στον ελληνικό στρατό.’’ ‘’Υπολογίσαμε ότι οι Έλληνες που σώθηκαν χάρη στον οπλαρχηγό Καπετάν Βαγγέλη ξεπερνούσαν τους 10.000.’’ Τελικά φθάνουν ανέπαφοι στη Νικομήδεια όπου μαζί με άλλους 75.000 πρόσφυγες ζουν σε άθλιες συνθήκες μέχρι τον Ιούνιο του 1921 οπότε μετά τη μάχη της Νικομήδειας τους παραλαμβάνουν για να τους φέρουν στην Ελλάδα.
Με το τέλος του πολέμου ο Καπετάν Βαγγέλης έρχεται στην Ελλάδα. Οι συνθήκες διαβίωσης καθώς και οι πολιτικές καταστάσεις είναι δύσκολες γι’ αυτόν. Μένει για κάποιο χρονικό διάστημα στη Δράμα και εκεί σε μία συμπλοκή πολιτικού περιεχομένου τραυματίζεται και χάνει το ένα του χέρι. Λαμβάνει μέρος στην Εθνική Αντίσταση και γενικά δεν αποχωρίζεται ποτέ τα μαχαίρια και τα πιστόλια του. Τα τελευταία χρόνια του τα πέρασε στη Νέα Νικομήδεια αλλά επισκεπτόταν συχνά και το Μεσημέρι. Στο σπίτι που διέμενε τον θυμούνται, λεβέντη μέχρι τα τελευταία του αν και κάποια στιγμή άγνωστο με ποιο τρόπο, έχασε το αριστερό του χέρι. Κάποιοι προσπάθησαν να του βγάλουν μια σύνταξη για να ζει αξιοπρεπώς αλλά στάθηκε αδύνατο , και πως αλλιώς αφού ουδείς λόγος γινόταν περί γενοκτονίας για να μη διαταραχθεί η πολύτιμη ελληνοτουρκική φιλία. Ζούσε με εράνους μέχρι το θάνατό του.

Image may contain: 1 person, smiling, close-up

2. Η Κουρούντερε ( Ξηροπόταμος )
3. Το Κεστανέ Πινάρ (Καστανόβρυση )
4. Το Κίραζλι ( Κερασοχώρι )
5. Η Πάραλη (Τόπος πλούσιος )
6. Το Καράπελιτ (Μαύρη Βελανιδιά )
7. Το Σούμπατακ ( Βούρκος )
8. Το Γενήνταγ (Νέο βουνό )
9 Το Κάτω Γενήνταγ ή Ορτάκιοι
10 .Το Αρντίτσπελιτ (Μεσόκερδος )
11 .Το Τσομπάν Γιατάκ ( Βοσκοκαλύβα )
12 .Το Τσατάλβαζ ( Δικράνι )
13 .Το Άκτας ( Ασπρόπετρα )
14 .Η Κουρούμεσε (Ξερή μεσιά )
Ο παππούς και η γιαγιά μου ήταν απ αυτούς που επέζησαν!( στην φωτογραφία )
Τι εζησε ο παππούς; Βρήκε το κουράγιο και το έβαλε στα πόδια να γλυτώσει απ τους κεμαλικους. Εφυγε απ τη ζωή το 83. Και ακόμα τρέχει να γλυτώσει το κεφάλι του!
Εζησε σαν θύμα του πρώτου παγκόσμιου πολέμου όπως και ολοι οι πρόσφυγες.
Έζησαν και την φρίκη του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου! Έζησαν κατοχή και εμφυλιο. Εζησε και το 74 να δει εγγονό και γιο να επιστρατεύονται! Γιατί;
Σαν μικρά παιδιά έκλαιγαν οι παππούδες το 74. Γιατί;
Τις ημέρες μνήμης της γενοκτονίας να θυμομαστε και να μη ξεχνάμε και τις αιτίες της καταστροφής!
Γιατί αν δεν τις ψάξουμε και περιμένουμε να λύνονται όλα μόνα τους, οι καταστροφές θα επαναλαμβάνονται!
Να τιμάμε τους δικούς μας! Και να μην ξεχνάμε!Είναι καθήκον και υποχρέωση ολων μας!





O καπετάν Βαγγέλης Φωτιάδης





Ο Ευάγγελος Φωτιάδης γεννήθηκε το 1892 στην Ποντοηράκλεια. Η καταγωγή του όμως ήταν από το Σέρντιβαν. Αρνήθηκε να καταταγεί στον τουρκικό στρατό κι’ έτσι κατέφυγε στα βουνά της περιοχής. Εκεί συγκρότησε με λίγα όπλα αντάρτικο, το οποίο όμως γρήγορα εξελίχθηκε σε ένα σπουδαίο σώμα πεντακοσίων περίπου ανδρών. Συνεργάστηκε με τους φιλοσουλτανικούς που πολεμούσαν ενάντια του Κεμάλ. Είχε υπαρχηγούς τους: Σταύρο Ευθυμιάδη, Χρήστο Ταχτσόγλου, Κυριάκο Παπαδόπουλο, Λάζαρο Τσορακλίδη, Λεόντιο Σάββα και Σταύρο Σουλτσίδη, Κωνσταντίνο και Κυριάκο Ιωσηφίδη από το χωριό Κίρεζλι (Δάφνη Γιαννιτσών)  και τον Σαργιαννίδη.Τον καιρό εκείνο, οι Τούρκοι διοικητές στη Μικρασία και τον Πόντο είχαν την απαίτηση κάθε που γινόταν γάμος Ελληνικός, να περνάνε την πρώτη νύχτα του γάμου με τη νεόνυμφη.
Ο πατέρας του καπετάν Βαγγέλη αντιστάθηκε στην ατίμωση της κόρης του και οι Τούρκοι τον σκότωσαν κι αυτόν κι έναν γιο του. Ο καπετάν Βαγγέλης απουσίαζε εκείνες τις ημέρες. ΄Οταν επέστρεψε και πληροφορήθηκε τα καθέκαστα βγήκε αντάρτης στα βουνά, μάζεψε κι άλλα παλληκάρια κι έγιναν ο φόβος και ο τρόμος των Τσετών που δρούσαν στην περιοχή.
Την πρωτοβουλία της Εξόδου είχε ο αείμνηστος Καπετάν Βαγγέλης, καβάλα στο άλογό του με το μαστίγιο στο χέρι και τη σάλπιγγα στο στόμα, με τους οπλίτες του σε αυστηρή πειθαρχία επιβάλλει την τάξη και πιστή υπακοή στο πλήθος.Περνούν τον Σαγγάριο ποταμό και φτάνουν στο χωριό Φούντουκλη.Στις 18 φτάνουν έξω από τη Νικομήδεια. Εκεί τους περικυκλώνουν αγγλικά στρατεύματα με κακές διαθέσεις. Επενέβη ένας Ελληνο-αμερικανός ο Καρυπίδης Ευστάθιος, που πέφτει στα πόδια του ΄Αγγλου αξιωματικού και τον θερμοπαρακαλεί για τόσο κόσμο και τους γλυτώνει.
Συμβολή στην Ιστορία των Ποντίων Ονωριάδας-Βιθυνίας (Περιοχής Καρα-σου, Αντα-παζαρί, Νικομήδειας)
Αρίσταρχου Τσαμασλίδη, Ιατρού


 Πέθανε στη Νέα Νικομήδεια Βέροιας και ο ανδριάντας του βρίσκεται στο χωριό Μεσημέρι και στη Νέα Νικομήδεια. 




















ΑΝΑΣΤΑΣ ΜΑΡΜΑΡΟΓΛΟΥΣ 















Αναστασία Παπαδοπούλου Μαρμαρίδου με το Σταθίκο και την Κάνη 


------------------------------------------------------------
Μεσημέρι Θεσσαλονίκης -Παπα Νικόλας 


ΕΝΑ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΠΡΟΓΟΝΙΚΗ ΓΗ ΤΟΥ ΑΤΑΠΑΖΑΡ
ΚΟΤΖΑΕΡΙΔΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΛΕΒΑΙΑ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΙΟΥΛΙΟΣ 2006
Αφιερωμένο σον πάππο μ΄ τον Αρναούτη από την Κουρούντερε και σην γιάγια μ΄ την Αρναουτίνα ασο Γενή Ντάγ
και σε όλους τους Αταπαζαρλήδες.
Ε…αυτό το ταξίδι στην Τουρκία το χρωστούσα στον συχωρεμένο τον πάππο μ’ τον Αρναούτη τον Κοτσαγερίδη, ο οποίος κατάγονταν από το χωριό Κουρούντερε του Ατάπαζαρ.
Θυμάμαι, όταν μαθητές ακόμη στο δημοτικό, ακούγαμε ο δίδυμος αδελφός μου ο Τάσος και εγώ με ιερή κατάνυξη τον παππού μας, να μας διηγείται ιστορίες από το όμορφο χωριό του.
Με την φαντασία μας τρέχαμε και εμείς μαζί του στα γεμάτα με φουντουκιές βουνά του Ατάπαζαρ, και στις κοιλάδες του Καράσου ποταμού μέσα στον οποίο βρήκε φρικτό θάνατο ο πατέρας του ο Γιάννες προσπαθώντας να σώσει τον αδελφό του τον Σάββα που πνίγονταν.
Έκοβαν δέντρα ο Γιάννες και ο Σάββας, τα σημάδευαν και τα έριχναν στον Καράσου ποταμό ο οποίος με το ρεύμα του τα μετέφερε στην Μαύρη θάλασσα. Από εκεί τα έπαιρναν και τα πουλούσαν σε εμπόρους του Ατάπαζαρ.
Δεν πρόσεξε ο Σάββας και την ώρα που πετούσε έναν κορμό στον πλημμυρισμένο ποταμό, γλίστρησε και έπεσε μέσα.
Μόλις το αντιλήφθηκε ο Γιάννες έπεσε και αυτός μέσα στο αφρισμένο ποτάμι για να σώσει τον αδελφό του.
Μάταια. Στο τέλος πνίγηκαν και οι δυο αφήνοντας ορφανό τον παππού μου και τα αδέλφια του.
Έλεγε ο παππούς ότι οι γονείς του είχαν έλθει το 1870 στα χωριά του Ατάπαζαρ από την περιοχή της Ορντού και συγκεκριμένα από την Χαψάμανα του Γκιόλκιοι.
Από τις διηγήσεις της μάνας του της συγχωρεμέντσας της Ουρανίς οι λόγοι που τους οδήγησαν στην εσωτερική αυτή μετανάστευση ήταν οικονομικοί.
Άκουγαν από διηγήσεις συγχωριανών τους ότι υπάρχει μία παρθένα περιοχή, όχι πολύ μακριά από την Κωνσταντινούπολη, όπου θα μπορούσαν να ασκήσουν πιο εύκολα τις δουλειές τους που ήταν η γεωργία, η κτηνοτροφία και η κατασκευή ξύλινων εργαλείων οικιακής χρήσης, π.χ σκάφες ζυμώματος, πινακωτές, τσανάκες, ζούματρα και γαβάνες.
Άλλοι πάλι κατέφυγαν σε αυτή την περιοχή διότι τους καταδίωκαν οι Τούρκοι από τα χωριά τους, ή λόγω της ανεργίας επειδή είχαν κλείσει τα μεταλλεία της Αργυρούπολης και δεν μπορούσαν να συντηρήσουν τις οικογένειές τους.
Ο παππούς Θόδωρος Τσανακτσίδης στο βιβλίο του ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΛΥΤΡΩΣΗ 1853 –1923 αναφέρει ότι στα δικά τους χωριά στην περιφέρεια Τζαβισλίκ της Τραπεζούντας ζούσαν αρμονικά με τους χωριανούς τους Τούρκους, αλλά δέχονταν φοβερές καταπιέσεις από τους Τούρκους αγάδες στα χωράφια των οποίων εργάζονταν για να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα προς το ζην.
Οι ίδιοι κατείχαν λίγα χωράφια, τα πιο άγονα, για τα οποία μάλιστα αναγκάζονταν να πληρώνουν στους αγάδες κεφαλικό χώρο 10-40% .
Αναγκάζονταν όμως να υπομένουν όλες τις ταπεινώσεις ελπίζοντας πάντα για κάτι καλύτερο.
Ο παππούς Θόδωρος, ο οποίος ήταν παντρεμένος με την Ειρήνη Κοτσαγερίδου πρώτη εξαδέλφη του παππού Αρναούτη, αναφέρει και μια άλλη αιτία της μετανάστευσής τους από το Τσαβισλίκ στα χωριά του Ατάπαζαρ. Ήταν η ανάρμοστη συμπεριφορά του Αγά της περιοχής προς την παπαδιά την γυναίκα του Παπά –Συμεών.
Ο Παπά Συμεών ήταν ιερεύς σε τρία χωριά και τον περισσότερο καιρό έλειπε από το σπίτι του.
Το γεγονός αυτό εκμεταλλεύτηκε ο Τούρκος Αγάς ο οποίος επισκέφθηκε την παπαδιά και την έκανε με το ζόρι δική του.
Όταν μαθεύτηκε στο χωριό η μεγάλη προσβολή του Αγά προς την παπαδιά τα αδέλφια του Χατζηβαρύτιμου Λαζαρίδη σκότωσαν τον Αγά και τον εξαφάνισαν, θάβοντάς τον σε κάποιο απόμερο μέρος.
Για να γλιτώσουν όμως από την μανία των Τούρκων έφυγαν μαζί με τον παπά και την παπαδιά και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Αργυρούπολης όπου άλλαξαν το επίθετό τους από Λαζαρίδης σε Τσανακτσόγλου .
Επειδή όμως η περιοχή που εγκαταστάθηκαν ήταν τελείως άγονη αναγκάσθηκαν να ξαναφύγουν, και μετά από διάφορες περιπλανήσεις έφθασαν στην περιοχή του Ατάπαζαρ.
Όταν διαπίστωσαν ότι εκεί υπήρχαν οι κατάλληλες συνθήκες διαβίωσης ειδοποίησαν και τους άλλους συγγενείς τους από το Τσαβισλίκ, και το 1853 δέκα μεγάλες οικογένειες έκτισαν το νέο ποντιακό χωριό το Γιασί Γκετσίτ.
Οι οικογένειες αυτές ήταν..
1. Τσανακτσόγλου Χαράλαμπου ή Χαρελάντ
2. Τσανακτσόγλου Θεόδωρου
3. Τσανακτσόγλου Χαράλαμπο ή Μαρουλάντ
4. Τσανακτσόγλου Ιωάννη
5. Τανακτσόγλου Γεωργίου
6. Κυρικλόγλου Θεόδωρου
7. Κυρικλόγου Σάββα
8. Παπάζογλου Χαράλαμπου
9. Τοσούνογλου Χατζηκωνσταντή
10. Χιρόγλου Χατζηβαρύτιμου .
Ίσως με την εγκατάστασή τους στο Γιασί Γκετσίτ ήθελαν να είναι πιο κοντά στην Ελλάδα.
Ποιος ξέρει? Πολλές φορές το ένστικτο μας οδηγεί από μόνο του και εμείς δεν κάνουμε τίποτε άλλο παρά να το ακολουθούμε.
Έχτισαν λοιπόν 14 καινούργια χωριά τα οποία βρίσκονταν περίπου 50 χιλιόμετρα μακριά από το Ατάπαζαρ και πάνω –κάτω 100 από την Νικομήδεια.
Εκκλησιαστικά υπάγονταν στην Μητρόπολη Νικομήδειας.
Για άλλες συναλλαγές τους πήγαιναν στην παραθαλάσσια κωμόπολη Καράσου που ήταν 30 χιλιόμετρα μακριά ή στο Ατάπαζαρ όπου πουλούσαν τα προϊόντα τους και έκαναν τις αγορές τους.
Τα χωριά αυτά ήταν..
1. Το Γιασί Γκετσίτ ( Υγρό Πέρασμα )



ΚΕΣΤΑΝΕΠΟΥΝΑΡ - ΣΑΒΒΑΣ ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ 






Αφανείς ήρωες αυτης της τραγωδίας οι επιζώντες. 












No comments:

Post a Comment