Yassigecit-Γιασσίκετσιτ



Γιασίγκετσιτ
For citationΣταματόπουλος Δημήτριος , «Γιασίγκετσιτ», 2001,
Encyclopaedia of the Hellenic World, Asia Minor
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=12187>
Γιασίγκετσιτ (07/08/2009 v.1)Yassıgeçit - to be assigned
1. Ανθρωπογεωγραφία

Χωριό σε πλαγιά στην κοιλάδα του Παραλί ντερέ (Paralı dere), δεξιού παραποτάμου του Σαγγάριου ποταμού, 28 χλμ. βορειοδυτικά του Αντάπαζαρ και 2 χλμ. βορειοανατολικά του Σούμπατακ. Η λέξη είναι τουρκική (Yassigeçit) και σημαίνει «επίπεδο πέρασμα». Η ονομασία ίσως να ερμηνεύεται από το γεγονός ότι από το σημείο εκείνο περνούσε ο δρόμος προς το Αντάπαζαρ, που ήταν το διοικητικό και οικονομικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής.

Το Γιασίγκετσιτ θεωρούνταν το μεγαλύτερο και παλαιότερο από τα ελληνορθόδοξα χωριά της επαρχίας του Αντάπαζαρ. Η ίδρυση αυτών των χωριών, και φυσικά του Γιασίγκετσιτ, οφειλόταν στη λειτουργία των μεταλλείων του Κιρεζλί (ή του Καρασού, από τον ομώνυμο ποταμό που έδινε το όνομά του και στη γύρω περιοχή) μετά το 1885, αλλά και στα εγγειοβελτιωτικά έργα που έγιναν στην περιοχή ήδη από τη δεκαετία 1860-1870. Η λειτουργία των μεταλλείων προσέλκυσε πολλούς κατοίκους από την περιοχή του Πόντου.1

Ειδικότερα, το Γιασίγκετσιτ ιδρύθηκε από εποίκους των Κοτυώρων (Ορντού), και συγκεκριμένα από τον οικισμό Βώννα, της Τοκάτης, της Τραπεζούντας, της Κερασούντας, της Αργυρούπολης αλλά και από εποίκους από την κυρίως Ελλάδα (Ήπειρος και Τσακωνία). Το Γιασίγκετσιτ ήταν αποκλειστικά ελληνορθόδοξο χωριό με κάτι λιγότερο από 1.000 κατοίκους.2 Η γλώσσα των κατοίκων ήταν η ελληνική. Οι περισσότεροι βέβαια μιλούσαν την ποντιακή διάλεκτο. Τα τουρκικά πάντως τα γνώριζαν όλοι (περισσότερο οι άνδρες), αφού οι επαφές με τον τουρκόφωνο μουσουλμανικό, πληθυσμό της περιοχής ήταν κάτι περισσότερο από αναγκαίες.

2. Διοικητική και εκκλησιαστική εξάρτηση – Εκπαίδευση

Σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτουμε για τις αρχές του 20ού αιώνα, το Γιασίγκετσιτ υπαγόταν στο μουδιρλίκι του Καρασού (Karası ή İncirli), το οποίο με τη σειρά του ανήκε στο καϊμακαμλίκι του Αντάπαζαρ του μουτεσαριφλικιού της Νικομήδειας.3 Το χωριό ήταν μουχταρλίκι, δηλαδή διοικούνταν από ένα μουχτάρη συνεπικουρούμενο από 3 ή 4 αζάδες, δηλαδή συμβούλους. Επίσης λειτουργούσαν εκκλησιαστική επιτροπή και σχολική εφορεία. Εκκλησιαστικά ο οικισμός ανήκε στη δικαιοδοσία της μητρόπολης Νικομηδείας.

3. Στοιχεία οικιστικής δομής και οικονομίας

Το χωριό είχε 4 συνοικίες. Υπήρχε και μία εκκλησία αφιερωμένη στον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο. Παλαιότερα ήταν ξύλινη και πολύ μικρότερη. Μετά το 1900 όμως ανοικοδομήθηκε ως πέτρινη με μικρό τρούλο. Έξω από το χωριό υπήρχε μια εκκλησία αφιερωμένη στον άγιο Δημήτριο, η οποία χτίστηκε επίσης γύρω στο 1900 μετά το όνειρο που είδε ένας κάτοικος να τον οδηγεί ο άγιος στη σχετική τοποθεσία. Στη θεμελίωση της εκκλησίας χοροστάτησε ο τότε μητροπολίτης Νικομηδείας Φιλόθεος Βρυέννιος. Το χωριό διέθετε και ένα μεικτό εξατάξιο σχολείο με δύο δασκάλους.

Οι κάτοικοι ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία (σιτάρι, καλαμπόκι, φασόλια, οπωροκηπευτικά, αλλά και πολλές καστανιές, καρυδιές και φουντουκιές). Τα καλύτερα χωράφια βρίσκονταν στην περιοχή του Σαγγάριου. Ο ποταμός ξεχείλιζε την περίοδο του χειμώνα και, όταν τα νερά του αποσύρονταν, με την ιλύ που άφηναν λίπαιναν θαυμάσια το χώμα. Όπως ήδη αναφέραμε, πολλοί κάτοικοι εργάζονταν στα μεταλλεία του Κιρεζλί, τα οποία τα εκμεταλλευόταν αυστριακή εταιρεία. Τα μεταλλεία λειτούργησαν από το 1885 έως το 1915, οπότε εγκαταλείφθηκαν οριστικά. Στην περιοχή λειτούργησε επίσης και ένα μεγάλο εργοστάσιο επεξεργασίας ξυλείας, ιδιοκτησίας του Μιχαήλ Κριμήτσου.

5. Εγκατάσταση στην Ελλάδα

Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή κάτοικοι από το Γιασίγκετσιτ εγκαταστάθηκαν στην Ακρινή και το Δρέπανο Κοζάνης, όπως και στο Διαβατό, τη Νέα Νικομήδεια και την Πρανιάτα Βέροιας.
1. Για τα χωριά της περιοχής του Αντάπαζαρ, και ειδικά για εκείνα που κατοικήθηκαν από Πόντιους μετανάστες, βλ. Αναγνωστοπούλου, Σ., Μικρά Ασία, 19ος αιώνας - 1919. Οι ελληνορθόδοξες κοινότητες: από το μιλλέτ των Ρωμιών στο ελληνικό έθνος (Αθήνα 1997), σελ. 222-223.
2. Στις αρχές του 20ού αιώνα (1905), σύμφωνα με την επίσημη στατιστική του Οθωμανικού Πατριαρχείου, στο Γιασίγκετσιτ κατοικούσαν 120 ελληνορθόδοξες οικογένειες, βλ. Ημερολόγιον Εθνικών Φιλανθρωπικών Καταστημάτων (Κωνσταντινούπολις 1906), σελ. 134. Παρόμοια στοιχεία (125 οικογένειες) δίνει και ο Θ. Καβαλιέρος-Μαρκουίζος, Από Κωνσταντινουπόλεως εις Νίκαιαν. Ταξειδιωτικαί εντυπώσεις εκ Βιθυνίας, μετ’ εικόνων(Κωνσταντινούπολις 1909), σελ. 141-142. Η στατιστική του Οικουμενικού Πατριαρχείου για το 1922 δίνει τον αριθμό των 1.000 ελληνορθόδοξων κατοίκων, βλ. Patriarcat Oecumenique, Les atrocités kémalistes dans les régions du Pont et dans le reste de l’Anatolie(Constantinople 1922), σελ. 85, 221. Η Σία Αναγνωστοπούλου υπολογίζει 788 κατοίκους. Βλ. Αναγνωστοπούλου, Σ., Μικρά Ασία, 19ος αιώνας - 1919. Οι ελληνορθόδοξες κοινότητες: από το μιλλέτ των Ρωμιών στο ελληνικό έθνος (Αθήνα 1997), πίνακες.
3. Το μουτεσαριφλίκι της Νικομήδειας ήταν ανεξάρτητο και δεν υπαγόταν σε κάποιο βιλαέτι αλλά απευθείας στο υπουργείο Εσωτερικών.









































































ΤΣΑΝΑΚΤΣΙΔΟΥ-ΣΙΣΜΑΝΙΔΟΥ ΜΑΡΙΑ
Την γιαγιά Μαρία την θυμόμουν από την παιδική μου ηλικία, όταν από  το φτωχικό μου το χωριό την Λακκιά, πήγαινα  στην Νέα Νικομήδεια για να μαζέψω βαμβάκι και να οικονομήσω καμιά δραχμούλα. Με φιλοξενούσε η αδελφή του πατέρα μου η θεία  Χρυσούλα  Αποστολίδου,  που ήταν γειτόνισσά της, με την οποία  ήταν αχώριστες φίλες. Μου είχε κάνει εντύπωση το παρατσούκλι της που ήταν Κουρούζα, αλλά δεν τόλμησα ποτέ να την ρωτήσω γιατί την αποκαλούσαν έτσι.
Ήταν αεικίνητη και που την έχανες που την έβρισκες, μέσα στους κήπους να περιποιείται τα φυτά και τα λουλούδια της. Σήμερα η γιαγιά είναι 92 χρονών με κάτασπρα μαλλιά  και μένει μόνη της στην Νέα Νικομήδεια.
<< Εγώ πούλιμ έρθα πολλά μικρέσα ασην πατρίδα και εγεννέθα σο Γιασί Γκετσίτ της περιοχής του Ατάπαζαρ. Πατέρας μου ήταν ο Τσανακτσίδης ο Μανώλης και μάνα μου η Παπαδοπούλου η Παρθένα. Έλεε η μάναμ ότι το Γιασί Γκετσίτ ήταν το κεφαλοχώρι της περιοχής  του Ατάπαζαρ και ζούσαν 150 οικογένειες Ελλήνων οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή το 1875 προερχόμενοι από  τα χωριά της Ορντού και της Αργυρούπολης. Η εκκλησία μας ήταν αφιερωμένη στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο  και ήταν η μοναδική που ήταν κτισμένη  από πέτρες.
Όταν γιόρταζε κάναμε στο χωριό μεγάλο πανηγύρι και οι πατεράδες μας γλεντούσαν ως το πρωί. Πανηγύρι έκαναν και όταν γιόρταζε το παρεκκλήσι του Αγίου Δημητρίου και αυτήν την μέρα έρχονταν και γλεντούσαν μαζί μας Τούρκοι και Τσερκέζοι από τα διπλανά χωριά.Οι γονείς μου ασχολούνταν με την γεωργία, την κτηνοτροφία και την παραγωγή λευκουταριών. Πολλοί  ασχολούνταν και με την κτηνοτροφία και έβοσκαν τα γελάδια και τα πρόβατά τους σα πλούσια ορμάνε της περιοχής.
Όταν έρθε η ώρα για να φέβομε, ένα βράδυ περάσαμε τον Σαγγάριο ποταμό και πήγαμε στην  Νικομήδεια. Από εκεί ανεβήκαμε στο καράβι και φύγαμε για την Ελλάδα. Μετά από πολλές ταλαιπωρίες φθάσαμε στον σταθμό της Βέροιας όπου μείναμε, μέχρι να μας τακτοποιήσουν, για  3-4 μέρες.
Έλεε η σχωρεμέντσα η μάναμ ότι όταν μέναμε στον σταθμό ερχόντουσαν οι στρατιώτες με αγκάλιαζαν, με φιλούσαν και έκλαιγαν λέγοντας ότι και εμείς έχουμε κοριτσάκια στην ηλικία σου και τα αφήσαμε για να έρθουμε στον πόλεμο. Οι παππούδες μου έφυγαν και εγκαταστάθηκαν στο χωριό Άψαλο Αριδαίας, ενώ οι γονείς μου στον Διαβατό. Πήραμε σπίτι και χωράφια και όλοι μαζί δουλεύαμε για να επιζήσουμε.
Εννιά παιδιά έκαναν οι γονείς μου και το μεγαλύτερο ήμουν εγώ που τα πρόσεχα όταν αυτοί δούλευαν στα χωράφια. Έτσι έμεινα αγράμματη διότι δεν υπήρχε χρόνος να πάω στο σχολείο. Ο πατέραμ σο  χορίο αλλά και στην Κωνσταντινούπολη έτονε ράφτης. Όταν έρθαμε αδακά άνοιξε ραφείο και είχε πέντε καλφάδες. Δεν πήγαινε καλά όμως και συνέχισε με την γεωργία. Εγώ έμνε 16 χρονών όταν η μάναμ επήκεμε  προξενιό με τον Σισμανίδη.
<< Αυτοί είναι πλούσιοι και θα ζείς καλά >> μου έλεγε.
Όλα μόνη της τα έκανε . Τότε δεν ήταν όπως σήμερα που τα κορίτσια έχουν γκόμενους και παντρεύονται όποτε θέλουν.  Η μάνα  έκανε την προξενιά και αυτή μας πάντρεψε, εγώ απλώς ακολούθησα την επιθυμία της, ήθελα δεν ήθελα. Μόνο που ο Σισμανίδης τελικά ήταν πιο φτωχός και από εμάς. Παντρευτήκαμε και  πήγα στην Νέα Νικομήδεια όπου δούλευα σκληρά τα επόμενα χρόνια. Έκανα τέσσερα παιδιά  και δούλευα όλο τον χρόνο στα χωράφια για να τα μεγαλώσω. Μαζί με την θεία σου την Χρυσούλα ντο ετράβηξάμε?
Στην θύμηση της Χρυσούλας ένα δάκρυ κύλησε στα μάγουλά της.
<< Πολλά αγαπούσα την Χρυσούλα, ήμασταν πολλά χρόνια μαζί. Τώρα πάω στα νεκροταφεία βλέπω το μνήμα της και κλαίω.
Ο άνδρας μου πέθανε πριν 12 χρόνια και τώρα ζώ μόνη μου εδώ στο χωριό. Έχω όμως καλές νύφες και παιδιά και με προσέχουν >>.
Πριν φύγω δεν άντεξα  και την ρώτησα…
Θεία Μαρία συγνώμη αλλά πές μου γιατί λένεσε Κουρούζα?
Ξεκαρδίστηκε στα γέλια.
Αχ πούλιμ εκατό χρόνε να ζεις επήκεσμε και γέλασα. Όταν έρθα  νύφε στην Νικομήδεια  είχα πολλά και  μακριά μαλλιά. Παρατήρησα όμως ότι όλες οι νύφες του χωριού είχαν κοντά μαλλιά και έτσι πήρα ένα ψαλίδι και άρχισα σιγά- σιγά να τα κόβω.  Το  απόγευμα που βγήκα στην γειτονιά η πρώτη που με είδε ήταν η θεία η Πανιτσίνα η οποία με μάλωσε...
…..αχ αφορισμέντσα Κουρούζα γιατί έκοψες τα μαλλίας , να χέζω την ευλογίας Κουρούζα.
Αυτό ήταν ,το άκουσε η γειτονιά και από τότε όλοι με φώναζαν  Μαρία η Κουρούζα.  Πριν πεθάνει η γιαγιά Πανιτσίνα  με κάλεσε κοντά της και μου ζήτησε συγνώμη για το παρατσούκλι αλλά εγώ ήδη το είχα συνηθίσει και ξεχάσει.
Αποχαιρέτησα την θεία Μαρία και ελπίζω ο θεός να την έχει πάντα καλά.


                     Τσανακτσίδου - Σισμανίδου Μρία
                      Γιασί Γκετσίτ Ατάπαζαρ



Kώστας Πουτακίδης 
Ένα βίντεο που κάνει την καταγραφεί των γεγονότων στην πορεία ενός αιώνα από το Ατά Παζάρ του Πόντου - στην Ακρινή  … Θα ακολουθήσει το δεύτερο μέρος που θα προβληθεί κατά την παρουσίαση του βιβλίου μου στην αίθουσα στο πολύκεντρο της Ακρινής …
https://www.youtube.com/watch?v=4NhENmgDDk4&feature=share







Η ιστορία του παππού Παύλου Δεμερτζίδη από το Γιασί Κετσίτ του Ατάπαζαρ



Ο παππούς μου, Παύλος Δεμερτζίδης, πριν τη Μικρασιατική Καταστροφή, ζούσε μαζί με τη μητέρα του και τη σύζυγό του (και γιαγιά μου, Παρθένα), σε ένα χωριό που κατοικούνταν από Έλληνες Πόντιους, κοντά στην επαρχία Ατάπαζαρ της Μικράς Ασίας, το Γιασί Κετσίτ.
Το Γιασί Κετσίτ είχε 150 Ελληνικές οικογένειες, οι οποίες εγκαταστάθηκαν εκεί περί το 1850-70, προερχόμενες από τις περιοχές της Ορντού και Αργυρούπολης.
Ήταν το κεφαλοχώρι της περιοχής και οι κάτοικοί του ασχολούνταν με την παραγωγή φουντουκιών και την υλοτομία. Τα τελευταία χρόνια, όπως και όλα τα χωριά της περιοχής του Ατάπαζαρ, άρχισαν να δέχονται επιθέσεις από τις άτακτες ορδές των Τούρκων, και αναγκάστηκαν μετά από πολλές περιπέτειες να περάσουν το Σαγγάριο ποταμό και να καταφύγουν στην Νικομήδεια.Οι κάτοικοι του χωριού μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, εγκαταστάθηκαν στα χωριά της Ημαθίας Λυκογιάννη, Νικομήδεια, Μακροχώρι και στον νομό Κοζάνης.
Ο παππούς μου έφερε το όνομα Παύλος Παυλίδης και ερχόμενος στην Ελλάδα το άλλαξε σε Παύλος Δεμερτζίδης.
Κατά τη διάρκεια της γενικής επιστράτευσης στην Μικρά Ασία, συνελήφθη από τους Τούρκους για να «υπηρετήσει» σε στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας στην ανατολική Τουρκία, στα λεγόμενα «αμελέ ταμπουρού», στα οποία ως γνωστόν υποχρεώνονταν σε καταναγκαστική εργασία, μη μουσουλμάνοι υπήκοοι της υπό κατάρρευση οθωμανικής, Τουρκίας, όπου οι συνθήκες ήταν απάνθρωπες και πολλοί πέθαιναν από την πείνα, το κρύο και τις κακουχίες.
Εκεί εξοντώθηκαν πολλοί Έλληνες και διαλύθηκαν χιλιάδες οικογένειες. Μια συστηματική Γενοκτονία!!
Η γυναίκα του και γιαγιά μου, μαζί με τη μητέρα του, εκδιώχθηκαν κατά την διάρκεια της Μικρασιατικής Καταστροφής, όπως και εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων του Πόντου και της Μικράς Ασίας από τις πατρογονικές τους εστίες, μόνες τους δίχως να γνωρίζουν την «τύχη» του!
Ερχόμενες στην Ελλάδα και αφού περιπλανήθηκαν από τον Πειραιά στην Πύλο και από εκεί στη Μακεδονία, εγκαταστάθηκαν στη Βέροια, η μια χωρίς το μοναχοπαίδι της και η άλλη νιόπαντρη, χωρίς τον άνδρα της!
Ο παππούς μου αιχμάλωτος στα βάθη της ανατολικής Τουρκίας και οι δύο γυναίκες, κάπου στην Ελλάδα....
Οι πιθανότητες να ξανασμίξουν;.... ελάχιστες....
Κι όμως! Ο παππούς μου, ένας νέος, δυνατός και σωματώδης άνδρας, κατάφερε να επιβιώσει, να αποδράσει, άγνωστο πώς, και να περάσει στην Ελλάδα!
Προσπαθώ να αναπλάσω στο μυαλό μου την εικόνα της επανένωσης της οικογένειας!....Τα λόγια περιττά.....
Καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του, ο παππούς δε μιλούσε ποτέ για τις απάνθρωπες συνθήκες κράτησής του και τον αγώνα του να κρατηθεί ζωντανός και να ξεφύγει από την τουρκική κόλαση!
Μόνον στα βαθιά του γεράματα και μετά το σοκ της ξαφνικής απώλειας του τελευταίου από τα έξι παιδιά του, του πατέρα μου, ξύπνησαν οι τραυματικές μνήμες, τις οποίες περιέγραφε αποσπασματικά!
Αυτό δεν είναι ένα παραμύθι που αρχίζει με το «μια φορά κι έναν καιρό»......κι αν τελειώνει με το «έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα», αυτό το «καλύτερα» το οφείλουμε στην προικισμένη φύση τους, στην πάλη, τον αγώνα, την εργατικότητα, τη δημιουργικότητα και το φιλότιμο αυτών των ανθρώπων, που ενώ ξεριζώθηκαν από την πατρίδα τους βίαια, δεν «μαράζωσαν» και κατάφεραν να «επαναριζώσουν» και να φέρουν «καρπούς»!!!


Αφήγηση
Δεμερτζίδου – Παπαγιάννη Δέσποινα
Βέροια



No comments:

Post a Comment