| |||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
|
ΤΣΑΝΑΚΤΣΙΔΟΥ-ΣΙΣΜΑΝΙΔΟΥ
ΜΑΡΙΑ
Την γιαγιά Μαρία την θυμόμουν από την παιδική μου ηλικία,
όταν από το φτωχικό μου το χωριό την
Λακκιά, πήγαινα στην Νέα Νικομήδεια για
να μαζέψω βαμβάκι και να οικονομήσω καμιά δραχμούλα. Με φιλοξενούσε η αδελφή του πατέρα μου η θεία Χρυσούλα
Αποστολίδου, που ήταν γειτόνισσά
της, με την οποία ήταν αχώριστες φίλες. Μου
είχε κάνει εντύπωση το παρατσούκλι της που ήταν Κουρούζα, αλλά δεν τόλμησα ποτέ
να την ρωτήσω γιατί την αποκαλούσαν έτσι.
Ήταν αεικίνητη και που την έχανες που την έβρισκες, μέσα
στους κήπους να περιποιείται τα φυτά και τα λουλούδια της. Σήμερα η γιαγιά είναι 92 χρονών με κάτασπρα μαλλιά και μένει μόνη της στην Νέα Νικομήδεια.
<< Εγώ πούλιμ έρθα πολλά μικρέσα ασην πατρίδα και εγεννέθα
σο Γιασί Γκετσίτ της περιοχής του Ατάπαζαρ. Πατέρας μου ήταν ο Τσανακτσίδης ο
Μανώλης και μάνα μου η Παπαδοπούλου η Παρθένα. Έλεε η μάναμ ότι το Γιασί Γκετσίτ ήταν το κεφαλοχώρι της
περιοχής του Ατάπαζαρ και ζούσαν 150
οικογένειες Ελλήνων οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή το 1875 προερχόμενοι
από τα χωριά της Ορντού και της
Αργυρούπολης. Η εκκλησία μας ήταν αφιερωμένη στον Άγιο Ιωάννη τον
Πρόδρομο και ήταν η μοναδική που ήταν
κτισμένη από πέτρες.
Όταν γιόρταζε κάναμε στο χωριό μεγάλο πανηγύρι και οι πατεράδες
μας γλεντούσαν ως το πρωί. Πανηγύρι έκαναν και όταν γιόρταζε το παρεκκλήσι του Αγίου
Δημητρίου και αυτήν την μέρα έρχονταν και γλεντούσαν μαζί μας Τούρκοι και
Τσερκέζοι από τα διπλανά χωριά.Οι γονείς μου ασχολούνταν με την γεωργία, την κτηνοτροφία και
την παραγωγή λευκουταριών. Πολλοί
ασχολούνταν και με την κτηνοτροφία και έβοσκαν τα γελάδια και τα πρόβατά
τους σα πλούσια ορμάνε της περιοχής.
Όταν έρθε η ώρα για να φέβομε, ένα βράδυ περάσαμε τον
Σαγγάριο ποταμό και πήγαμε στην
Νικομήδεια. Από εκεί ανεβήκαμε στο καράβι και φύγαμε για την Ελλάδα. Μετά από πολλές ταλαιπωρίες φθάσαμε στον σταθμό της Βέροιας
όπου μείναμε, μέχρι να μας τακτοποιήσουν, για
3-4 μέρες.
Έλεε η σχωρεμέντσα η μάναμ ότι όταν μέναμε στον σταθμό
ερχόντουσαν οι στρατιώτες με αγκάλιαζαν, με φιλούσαν και έκλαιγαν λέγοντας ότι
και εμείς έχουμε κοριτσάκια στην ηλικία σου και τα αφήσαμε για να έρθουμε στον
πόλεμο. Οι παππούδες μου έφυγαν και εγκαταστάθηκαν στο χωριό Άψαλο
Αριδαίας, ενώ οι γονείς μου στον Διαβατό. Πήραμε σπίτι και χωράφια και όλοι μαζί δουλεύαμε για να
επιζήσουμε.
Εννιά παιδιά έκαναν οι γονείς μου και το μεγαλύτερο ήμουν εγώ
που τα πρόσεχα όταν αυτοί δούλευαν στα χωράφια. Έτσι έμεινα αγράμματη διότι δεν υπήρχε χρόνος να πάω στο
σχολείο. Ο πατέραμ σο χορίο αλλά και στην
Κωνσταντινούπολη έτονε ράφτης. Όταν έρθαμε αδακά άνοιξε ραφείο και είχε πέντε
καλφάδες. Δεν πήγαινε καλά όμως και συνέχισε με την γεωργία. Εγώ έμνε
16 χρονών όταν η μάναμ επήκεμε προξενιό
με τον Σισμανίδη.
<< Αυτοί είναι πλούσιοι και θα ζείς καλά >> μου έλεγε.
Όλα μόνη της τα έκανε . Τότε δεν ήταν όπως σήμερα που τα
κορίτσια έχουν γκόμενους και παντρεύονται όποτε θέλουν. Η μάνα έκανε την προξενιά και αυτή μας πάντρεψε, εγώ
απλώς ακολούθησα την επιθυμία της, ήθελα δεν ήθελα. Μόνο που ο Σισμανίδης τελικά ήταν πιο φτωχός και από εμάς.
Παντρευτήκαμε και πήγα στην Νέα
Νικομήδεια όπου δούλευα σκληρά τα επόμενα χρόνια. Έκανα τέσσερα παιδιά
και δούλευα όλο τον χρόνο στα χωράφια για να τα μεγαλώσω. Μαζί με την
θεία σου την Χρυσούλα ντο ετράβηξάμε?
Στην θύμηση της Χρυσούλας ένα δάκρυ κύλησε στα μάγουλά της.
<< Πολλά αγαπούσα την Χρυσούλα, ήμασταν πολλά χρόνια
μαζί. Τώρα πάω στα νεκροταφεία βλέπω το μνήμα της και κλαίω.
Ο άνδρας μου πέθανε πριν 12 χρόνια και τώρα ζώ μόνη μου εδώ
στο χωριό. Έχω όμως καλές νύφες και παιδιά και με προσέχουν >>.
Πριν φύγω δεν άντεξα
και την ρώτησα…
Θεία Μαρία συγνώμη αλλά πές μου γιατί λένεσε Κουρούζα?
Ξεκαρδίστηκε στα γέλια.
Αχ πούλιμ εκατό χρόνε να ζεις επήκεσμε και γέλασα. Όταν έρθα νύφε στην Νικομήδεια είχα πολλά και μακριά μαλλιά. Παρατήρησα όμως ότι όλες οι νύφες του χωριού είχαν κοντά
μαλλιά και έτσι πήρα ένα ψαλίδι και άρχισα σιγά- σιγά να τα κόβω. Το απόγευμα που βγήκα
στην γειτονιά η πρώτη που με είδε ήταν η θεία η Πανιτσίνα η οποία με μάλωσε...
…..αχ αφορισμέντσα Κουρούζα γιατί έκοψες τα μαλλίας , να χέζω
την ευλογίας Κουρούζα.
Αυτό ήταν ,το άκουσε η γειτονιά και από τότε όλοι με
φώναζαν Μαρία η Κουρούζα. Πριν πεθάνει η γιαγιά Πανιτσίνα με κάλεσε κοντά της και μου ζήτησε συγνώμη
για το παρατσούκλι αλλά εγώ ήδη το είχα συνηθίσει και ξεχάσει.
Αποχαιρέτησα την θεία Μαρία και ελπίζω ο θεός να την έχει
πάντα καλά.
Τσανακτσίδου - Σισμανίδου Μρία
Γιασί Γκετσίτ Ατάπαζαρ
Kώστας Πουτακίδης
Ένα βίντεο που κάνει την καταγραφεί των γεγονότων στην πορεία ενός αιώνα από το Ατά Παζάρ του Πόντου - στην Ακρινή … Θα ακολουθήσει το δεύτερο μέρος που θα προβληθεί κατά την παρουσίαση του βιβλίου μου στην αίθουσα στο πολύκεντρο της Ακρινής …
https://www.youtube.com/watch?v=4NhENmgDDk4&feature=share
Η ιστορία του παππού Παύλου Δεμερτζίδη από το Γιασί Κετσίτ του Ατάπαζαρ
Ο παππούς μου, Παύλος Δεμερτζίδης, πριν τη Μικρασιατική Καταστροφή, ζούσε μαζί με τη μητέρα του και τη σύζυγό του (και γιαγιά μου, Παρθένα), σε ένα χωριό που κατοικούνταν από Έλληνες Πόντιους, κοντά στην επαρχία Ατάπαζαρ της Μικράς Ασίας, το Γιασί Κετσίτ.
Το Γιασί Κετσίτ είχε 150 Ελληνικές οικογένειες, οι οποίες εγκαταστάθηκαν εκεί περί το 1850-70, προερχόμενες από τις περιοχές της Ορντού και Αργυρούπολης.
Ήταν το κεφαλοχώρι της περιοχής και οι κάτοικοί του ασχολούνταν με την παραγωγή φουντουκιών και την υλοτομία. Τα τελευταία χρόνια, όπως και όλα τα χωριά της περιοχής του Ατάπαζαρ, άρχισαν να δέχονται επιθέσεις από τις άτακτες ορδές των Τούρκων, και αναγκάστηκαν μετά από πολλές περιπέτειες να περάσουν το Σαγγάριο ποταμό και να καταφύγουν στην Νικομήδεια.Οι κάτοικοι του χωριού μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, εγκαταστάθηκαν στα χωριά της Ημαθίας Λυκογιάννη, Νικομήδεια, Μακροχώρι και στον νομό Κοζάνης.
Ο παππούς μου έφερε το όνομα Παύλος Παυλίδης και ερχόμενος στην Ελλάδα το άλλαξε σε Παύλος Δεμερτζίδης.
Κατά τη διάρκεια της γενικής επιστράτευσης στην Μικρά Ασία, συνελήφθη από τους Τούρκους για να «υπηρετήσει» σε στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας στην ανατολική Τουρκία, στα λεγόμενα «αμελέ ταμπουρού», στα οποία ως γνωστόν υποχρεώνονταν σε καταναγκαστική εργασία, μη μουσουλμάνοι υπήκοοι της υπό κατάρρευση οθωμανικής, Τουρκίας, όπου οι συνθήκες ήταν απάνθρωπες και πολλοί πέθαιναν από την πείνα, το κρύο και τις κακουχίες.
Εκεί εξοντώθηκαν πολλοί Έλληνες και διαλύθηκαν χιλιάδες οικογένειες. Μια συστηματική Γενοκτονία!!
Η γυναίκα του και γιαγιά μου, μαζί με τη μητέρα του, εκδιώχθηκαν κατά την διάρκεια της Μικρασιατικής Καταστροφής, όπως και εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων του Πόντου και της Μικράς Ασίας από τις πατρογονικές τους εστίες, μόνες τους δίχως να γνωρίζουν την «τύχη» του!
Ερχόμενες στην Ελλάδα και αφού περιπλανήθηκαν από τον Πειραιά στην Πύλο και από εκεί στη Μακεδονία, εγκαταστάθηκαν στη Βέροια, η μια χωρίς το μοναχοπαίδι της και η άλλη νιόπαντρη, χωρίς τον άνδρα της!
Ο παππούς μου αιχμάλωτος στα βάθη της ανατολικής Τουρκίας και οι δύο γυναίκες, κάπου στην Ελλάδα....
Οι πιθανότητες να ξανασμίξουν;.... ελάχιστες....
Κι όμως! Ο παππούς μου, ένας νέος, δυνατός και σωματώδης άνδρας, κατάφερε να επιβιώσει, να αποδράσει, άγνωστο πώς, και να περάσει στην Ελλάδα!
Προσπαθώ να αναπλάσω στο μυαλό μου την εικόνα της επανένωσης της οικογένειας!....Τα λόγια περιττά.....
Καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του, ο παππούς δε μιλούσε ποτέ για τις απάνθρωπες συνθήκες κράτησής του και τον αγώνα του να κρατηθεί ζωντανός και να ξεφύγει από την τουρκική κόλαση!
Μόνον στα βαθιά του γεράματα και μετά το σοκ της ξαφνικής απώλειας του τελευταίου από τα έξι παιδιά του, του πατέρα μου, ξύπνησαν οι τραυματικές μνήμες, τις οποίες περιέγραφε αποσπασματικά!
Αυτό δεν είναι ένα παραμύθι που αρχίζει με το «μια φορά κι έναν καιρό»......κι αν τελειώνει με το «έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα», αυτό το «καλύτερα» το οφείλουμε στην προικισμένη φύση τους, στην πάλη, τον αγώνα, την εργατικότητα, τη δημιουργικότητα και το φιλότιμο αυτών των ανθρώπων, που ενώ ξεριζώθηκαν από την πατρίδα τους βίαια, δεν «μαράζωσαν» και κατάφεραν να «επαναριζώσουν» και να φέρουν «καρπούς»!!!
Αφήγηση
Δεμερτζίδου – Παπαγιάννη Δέσποινα
Βέροια
No comments:
Post a Comment